Τάξη ή ιδιαίτερο;

Τα τελευταία χρόνια, εξ’αιτίας της οικονομικής κρίσης, παρατηρούμε μία άνθηση του ιδιαίτερου μαθήματος που προσφέρεται πλέον σε πολύ χαμηλές τιμές, μια λύση όμως που σε καμιά περίπτωση δεν προσφέρει εγγυήσεις ποιότητας.

Η μάθηση έχει αποδειχθεί με έρευνες ότι είναι μια κοινωνική βιωματική διαδικασία. Τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα και πιο ευχάριστα σε ένα φιλικό περιβάλλον τάξης μαζί με συνομηλίκους τους, γιατί μάθηση αποτελεί όχι μόνο η ξερή προσφορά γνώσεων αλλά και η ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους όπως κοινωνικοποίησηομαδικότητασυνεργασία, και προσέγγιση και επίτευξη στόχων μαζί με άλλους. Αυτές είναι οι δεξιότητες που τα παιδιά μας θα χρειαστεί να έχουν ως πολίτες του 21ου αιώνα. Αυτά τα εργαλεία μπορεί να τους τα προσφέρει μόνο ένα κέντρο ξένων γλωσσών το οποίο διαθέτει ένα σωστά δομημένο εκπαιδευτικό σύστημα, ένα σχολείο που συνεχώς ενημερώνεται και αλλάζει τις μεθόδους διδασκαλίας του, επιμορφώνει τους καθηγητές του και εκσυγχρονίζει τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει. Το κέντρο ξένων γλωσσών, το οποίο ελέγχεται από το Υπουργείο Παιδείας και συμμετέχει στους Πανελλήνιους Συλλόγους (Palso, Europalso), έχει επενδύσει στη σύνθεση του ιδανικού περιβάλλοντος για κάθε μαθησιακό τύπο μαθητή ενώ παράλληλα οι μαθητές έχουν να κερδίσουν κάτι από την ξεχωριστή προσωπικότητα του κάθε διδάσκοντα εκεί. Φτάνει να αναλογιστεί κανείς αν ποτέ θα στερούσε από το παιδί του την εμπειρία του Ελληνικού Σχολείου μόνο και μόνο για να το διδάξει ένας μόνο εκπαιδευτής στο σπίτι.

Μέσα στην τάξη, οι μαθητές παρακινούνται μεταξύ τους καθώς η ομάδα πάντα προάγει την ευγενή άμιλλα των μελών της. Και η καταξίωση του παιδιού και ειδικά του εφήβου μέσα σε μια μικρή κοινωνία όπως είναι η τάξη είναι πολύ σημαντική για την ψυχολογία του. Αντίθετα, στο ιδιαίτερο, το ρυθμό τον ορίζει ο μαθητής, δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης και αξιολόγησης, ενώ το μάθημα ακυρώνεται ‘όποτε έχουμε κάτι σημαντικότερο’, κι έτσι χάνεται το σύστημα και η συνέπεια.

Στον μικρόκοσμο της τάξης, ο μαθητής εκτίθεται σε πολλά ερεθίσματα καθώς βιώνει πραγματικές συνθήκες χρήσης της γλώσσας. Έτσι, χρησιμοποιεί την ξένη γλώσσα για να συζητήσει, να διαφωνήσει, να διαπραγματευτεί και να επιχειρηματολογήσει. Αυτό ακριβώς θα κλιθεί να κάνει και στις προφορικές εξετάσεις των πτυχίων, οι οποίες διεξάγονται σε ζεύγη μαθητών, κι εκεί το παιδί που κάνει ιδιαίτερα θα έχει στερηθεί τη σωστή πρακτική εξάσκηση.

Τέλος, στο ιδιαίτερο μάθημα είναι πολύ δύσκολο να ελέγχθει η παιδαγωγική επάρκεια του διδάσκοντα και οι δικές του γνώσεις και η μεθοδολογία. Το σίγουρο είναι ότι επαγγελματίες με Πανεπιστημιακή εκπαίδευση και τίτλους σπουδών δε θα καταφύγουν σε τόσο χαμηλές τιμές, άρα τέτοιου είδους ιδιαίτερα θα πρέπει να μας κινήσουν τις υποψίες.

Βέβαια, το ιδιαίτερο μάθημα έχει σίγουρα τη θέση του στην εκπαιδευτική διαδικασία, όταν γίνεται παράλληλα με το σχολική διδασκαλία ως ενίσχυση και κάλυψη κενών. Υπάρχουν και περιπτώσεις μαθητών που δε μπορούν λόγω άλλων υποχρεώσεων να παρακολουθήσουν το πρόγραμμα ενός οργανωμένου σχολείου ξένης γλώσσας (π.χ. πολύ εντατικό πρόγραμμα προπόνησης) ή περιπτώσεις μαθητών που  έχουν ανάγκη να προχωρήσουν με τους δικούς τους εξατομικευμένους ρυθμούς. Και σε αυτή την περίπτωση όμως είναι καλό οι γονείς να απευθύνονται σε ένα αξιόπιστο σχολείο για την εύρεση μιας ποιοτικής λύσης.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΓΟΝΕΙΣ

Ετικέτες

Χρύσα Στεργιάνη
Καθηγήτρια Αγγλικών - Ιδιοκτήτρια Κέντρου Ξένων Γλωσσών